происшедший - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

происшедший - translation to Αγγλικά


происшедший      
adj.
happened
actual deaths      
страх.
происшедшие смертные случаи
contemporaneous events      
события, происшедшие одновременно

Ορισμός

происшедший
ПРОИСШЕДШИЙ, происшедшая, происшедшее. прич. ·действ. прош. вр. от произойти
в 1, 2 и 3 ·знач.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για происшедший
1. Здесь припомнили случай, происшедший года три назад.
2. Здесь припомнили случай, происшедший лет пять назад.
3. Видимо, сказался происшедший криз в Санкт-Петербурге...
4. РГ Сейчас муссируется случай, происшедший в Германии.
5. Происшедший поворот по скорости и массовости соизмерим с крещением Руси.
Μετάφραση του &#39происшедший&#39 σε Αγγλικά